9 Οκτ 2013

Πώς βοηθάμε τα παιδιά να διαχειριστούν τα συναισθήματα τους;

Σύμφωνα με τον Stanley Greenspan (1997), παιδοψυχίατρο, που έχει μελετήσει εκτενώς τη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, ένα από τα πρώτα βήματα στην εξέλιξη του παιδιού είναι η ενσωμάτωση των συναισθημάτων στην αίσθηση ταυτότητας (στην αίσθηση του εαυτού) - η κατανόηση ότι ένα άτομο μπορεί, για παράδειγμα, να κινηθεί από την χαρά στο θυμό, και πίσω στη χαρά, παραμένοντας το ίδιο πρόσωπο.Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να αναγνωρίζουν και να κατανοούν τα συναισθήματά τους:Δώστε στα παιδιά λόγια για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. «Είσαι θυμωμένος επειδή ο Josh σου πήρε το τρενάκι που ήθελες», «Μου φαίνεται ότι αισθάνεσαι λυπημένος που θα αποχωριστείς τη μαμά σου σήμερα το πρωί», «Βλέπω ότι είσαι τόσο ενθουσιασμένος που θα περάσεις το Σαββατοκύριακο στο μπαμπά σου, που σου είναι δύσκολο να ηρεμήσεις και να κοιμηθείς για μεσημέρι».
Προσφέρετε τους γνώσεις σχετικά με τα συναισθήματα. Διαβάστε βιβλία σχετικά με τα συναισθήματα γενικά ή για παιδιά που αντιμετώπισαν δυσκολίες με κάποια συναισθήματα. Χρησιμοποιήστε μαριονέτες ή κούκλες για να παρουσιάσετε στιγμιότυπα από κοινές καταστάσεις, όπως ένα παιδί που παίρνει ένα παιχνίδι από ένα άλλο, και ζητήστε από τα παιδιά να σας πουν πώς σκέφτονται ότι μπορεί να αισθάνονται οι χαρακτήρες σας. 
Ενθαρρύνετε τα παιδιά να σκεφτούν σχετικά με τα δικά τους συναισθήματα. Για παράδειγμα, βοηθήστε τα να δημιουργήσουν το προσωπικό τους λεύκωμα με σελίδες με λεζάντες, όπως: «Ένιωσα λυπημένος όταν ....., ένιωσα χαρούμενη όταν ....» και ούτω καθεξής. Μην παραλείψετε να συμπεριλάβετε το πλήρες φάσμα των συναισθημάτων, τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών. Τα παιδιά μπορούν να εικονογραφήσουν κάθε σελίδα με ένα σχέδιο, ή μπορείτε να τραβήξετε φωτογραφίες των παιδιών σας, στις οποίες να προσπαθούν να πάρουν τις εκφράσεις του προσώπου που αντιστοιχούν σε κάθε συναίσθημα. Τα παιδιά θα ενθουσιαστούν κοιτάζοντας τον εαυτό τους στον καθρέφτη καθώς προσπαθούν να εκδραματίσουν αυτές τις εκφράσεις. 
Όμως, συχνά, τα παιδιά χρειάζονται περισσότερα από ένα όνομα για τα ισχυρά συναισθήματα που φαίνεται να …καταλαμβάνουν ώρες ώρες το σώμα τους. Τα παιδιά – όπως και οι ενήλικες – πρέπει να μάθουν να διαχειρίζονται αυτά τα συναισθήματα, έτσι ώστε να μην καταλήξουν σκλάβοι στα πάθη τους. Ένας άλλος ψυχολόγος, ο Daniel Goleman (1995), υποστηρίζει ότι αυτό το είδος της συναισθηματικής νοημοσύνης μπορεί να παίξει μεγαλύτερο ρόλο, από ότι το συμβατικό IQ (η συμβατική νοημοσύνη), στην ευτυχία ενός ατόμου και στην επιτυχία στη ζωή. 
Οι ενήλικες μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να διαχειρίζονται τα έντονα συναισθήματα, αποφεύγοντας, όσο το δυνατό, τις συνθήκες που ενδέχεται να προκαλέσουν ξεσπάσματα και διδάσκοντας στα παιδιά συγκεκριμένες τεχνικές για να ηρεμούν, όταν συμβαίνουν πράγματα που τα αναστατώνουν. 
Απογοήτευση 
Η απογοήτευση αποτελεί συχνά έναυσμα της προβληματικής συμπεριφοράς και χρειάζεται ένα ικανό χρονικό διάστημα για ένα παιδί για να μάθει να την αντιμετωπίζει. Απογοητεύσεις προκύπτουν συχνά όταν: 
Διακοπεί ή ματαιωθεί κάποια επιθυμητή δραστηριότητα του παιδιού. 
Το παιδί δεν παίρνει κάτι που επιθυμεί ή κάτι που περίμενε. 
Προσπαθεί ή ενθαρρύνεται να επιχειρήσει δραστηριότητες που είναι πολύ δύσκολες για αυτό. 
Συμβαίνει κάποια αλλαγή στο πρόγραμμα, στις δραστηριότητες ή στους ανθρώπους, που είναι οικεία στο παιδί. 

Τα παιδιά (όπως και ενήλικες) ανταποκρίνονται στην απογοήτευση με διάφορους τρόπους. Μερικά παιδιά αντιδρούν αρχικά με απόσυρση και στη συνέχεια δεν είναι σε θέση να ανακτήσουν τον ενθουσιασμό τους. Ο γνωστός ψυχολόγος Jean Piaget (1962), εξήγησε ότι όταν τα μικρά παιδιά «βάλουν κάτι το μυαλό τους», εστιάζουν σε αυτό και το βρίσκουν εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να σκεφτούν άλλες λύσεις ή να αλλάξουν κατεύθυνση. Το απογοητευμένο παιδί συχνά κλαίει, θυμώνει, και μπορεί να εξωτερικεύσει το συναίσθημα του, χτυπώντας άλλους, είτε για να πάρει ότι είναι επιθυμητό ή απλά για να ανακουφίσει την ένταση του. Ο θυμός είναι μια συνηθισμένη αντίδραση στην απογοήτευση. Τα θυμωμένα παιδιά μπορεί να χτυπήσουν άλλους, να σπρώξουν, να δαγκώσουν, να ουρλιάζουν, να κλαίνε ή να έχουν εκρήξεις θυμού. 
Φυσικά, δεν είναι ρεαλιστικό να πιστεύουμε ότι τα παιδιά θα μπορούσαν, ή ακόμη και θα έπρεπε, να μεγαλώσουν χωρίς να έρθουν αντιμέτωπα με την απογοήτευση. Η απόκτηση της ικανότητας να αντιμετωπίζουν την απογοήτευση είναι ένα σημαντικό μέρος της συναισθηματικής τους ανάπτυξης. Ωστόσο, οι ενήλικες που θέλουν να βοηθήσουν το παιδί στην ανάπτυξη του, έχουν την ευθύνη να βοηθήσουν να διατηρηθεί το επίπεδο της απογοήτευσης εντός τέτοιων ορίων, ώστε να είναι διαχειρίσιμο από το συγκεκριμένο παιδί σε ένα δεδομένο περιβάλλον. 
Γνωρίζοντας, για παράδειγμα, ότι τα δίχρονα δεν μπορούν να διαχειριστούν την απογοήτευση ή να περιμένουν την σειρά τους για να παίξουν με ένα παιχνίδι, όπως τα παιδιά στην ηλικία των τεσσάρων ετών, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι υπάρχουν αρκετά δημοφιλή και επιθυμητά παιχνίδια για όλα τα παιδάκια, σε ένα δωμάτιο γεμάτο νήπια. Επιπλέον, καλό είναι να προσαρμόζουμε τις προσδοκίες μας, όχι μόνο ανάλογα με την ηλικία, αλλά και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των παιδιών που έχουμε στη φροντίδα σας. Ενώ το να περιμένει τη σειρά του μπορεί να είναι ένας εφικτός στόχος, σε γενικές γραμμές, για ένα τετράχρονο παιδί, πολλοί παράγοντες μπορεί να το καθιστούν λιγότερο εύκολο για ένα συγκεκριμένο παιδί. Τα παιδιά που δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να παίξουν με άλλα παιδιά, για παράδειγμα, ή τα παιδιά που δεν είχαν ποτέ δικά τους παιχνίδια, μπορεί να έχουν ιδιαίτερη δυσκολία στο να μοιράζονται. Ένα παιδί με ειδικές ανάγκες ή ένα κακοποιημένο παιδί μπορεί να έχει πολύ χαμηλότερη ανοχή στην απογοήτευση από ότι ένα παιδί που δεν αντιμετωπίζει αυτές τις προκλήσεις. Να θυμάστε ότι η ικανότητα του παιδιού να μοιραστεί, προϋποθέτει την αίσθηση ότι έχει ήδη αρκετό από αυτό που πρόκειται να μοιραστεί με άλλους. 
Όταν βεβαιωθείτε ότι έχετε εξαλείψει πιθανές πηγές περιττών ή ακραίων απογοητεύσεων, μπορείτε στη συνέχεια να επικεντρωθείτε σε τρόπους για να βοηθήσετε τα παιδιά να μάθουν να διαχειρίζονται την αντίδρασή τους στην απογοήτευση. Η αναγνώριση των συναισθημάτων των παιδιών και η ενθάρρυνση τους να τα εκφράσουν είναι καλά σημεία εκκίνησης. Αφού τα παιδιά έχουν ηρεμήσει, μπορείτε να τα βοηθήσει να σκεφτούν τρόπους για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση που τους προκαλεί απογοήτευση. Για παράδειγμα, τα παιδιά μπορεί, μερικές φορές, να περιμένουν τη σειρά τους πιο υπομονετικά αν έχουν γράψει το όνομα τους σε μία «λίστα αναμονής» για το παιχνίδι που θέλουν να παίξουν, «διασφαλίζοντας» έτσι ότι θα είναι οι επόμενοι. 
Θυμός 
Ο θυμός είναι ένα φυσιολογικό ανθρώπινο συναίσθημα, αν και η εμπειρία του είναι συχνά τρομακτική, τόσο για το πρόσωπο που είναι θυμωμένο, όσο και για εκείνους που γίνονται μάρτυρες της οργής του​​. Μερικά ενήλικες, ίσως λόγω των εμπειριών της παιδικής τους ηλικίας, με το δικό τους ή τον θυμό των άλλων, ενοχλούνται ιδιαίτερα από τον θυμό των παιδιών. Παρόλα αυτά, τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να αισθάνονται και να εκφράζουν το θυμό τους και είναι ευθύνη των γονιών να τους μάθουν πώς να διαχειρίζονται το θυμό τους, έτσι ώστε να μην τους καταβάλλει. Είναι επίσης καθήκον μας να παρέμβουμε, όταν τα παιδιά χάνουν τον έλεγχο του θυμού τους και γίνονται βίαια ή επιθετικά, ώστε να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ των συναισθημάτων τους και της συμπεριφοράς τους. 
Ο Goleman (1995) μελετώντας πολλές έρευνες κατέληξε στο συμπέρασμα ότι λίγος χρόνος ηρεμίας, μακριά από την κατάσταση που προκάλεσε την οργή, μπορεί να βοηθήσει στην επανάκτηση του ελέγχου των συναισθημάτων, αλλά μόνο εφόσον το θυμωμένο άτομο δεν χρησιμοποιεί αυτό το διάστημα για να αναμασήσει τους λόγους που προκάλεσαν τον θυμό του. Μια δημοφιλής στρατηγική για να βοηθήσουμε τα παιδιά να διαχειρίζονται το θυμό τους είναι να τους διδάξουμε την τεχνική της «χελώνας», δηλαδή, να παίρνουν λίγο χρόνο για να μπουν μέσα στο «καβούκι» τους και να σκεφτούν, αντί να αντιδράσουν αμέσως, όταν συμβαίνει κάτι που τους θυμώνει (Hemmeter & Fox, 2007). Μερικοί άνθρωποι προτιμούν την έντονη δραστηριότητα, άλλοι πηγαίνουν μόνοι σε ένα ήσυχο μέρος και άλλοι εστιάζουν σε κάποια ευχάριστη δραστηριότητα, προκειμένου να εκτονώσουν τον θυμό τους. Ανάλογα με το συγκεκριμένο παιδί, μπορείτε να του προτείνετε να δοκιμάσει μία από αυτές τις εναλλακτικές λύσεις, αλλά μόνο αφού έχετε αναγνωρίσει και αποδεχτεί τα συναισθήματα θυμού του. 
Η ιδέα, με άλλα λόγια, δεν είναι να πείσετε το παιδί να ξεφύγει από μια συναισθηματική κατάσταση, αλλά να το βοηθήσει να επανακτήσει τον έλεγχο για να είναι σε θέση να εκφράσει αυτό το συναίσθημα κατάλληλα. Σημειώστε, ότι οι προτεινόμενες δραστηριότητες εκτονώνουν το θυμό επειδή απορροφούν την προσοχή του παιδιού και σταδιακά την απομακρύνουν από τις σκέψεις θυμού, όχι επειδή παρέχουν έναν τρόπο για να ξεσπάσει την οργή του. Μια δημοφιλής ιδέα, πριν από πολλά χρόνια, ήταν ότι η εκτόνωση, με το πέταγμα των παιχνιδιών ή το χτύπημα μια κούκλας, λειτουργεί ως ένα είδος βαλβίδας ασφαλείας στα συναισθήματα θυμού. Σύμφωνα με τον Goleman, όμως, τα ξεσπάσματα αυτού του είδους οδηγούν στο αντίθετο αποτέλεσμα και αυξάνουν αντί να μειώνουν τα συναισθήματα θυμού (Goleman, 1995). Οι ενήλικες που φροντίζουν νήπια και μικρά παιδιά, είναι καλό να χρησιμοποιούν τις αρχές της έμμεσης καθοδήγησης για την ελαχιστοποίηση των συνθηκών που προκαλούν θυμό και την άμεση καθοδήγηση για να διδάξουν στα παιδιά πώς να εκφράσουν την οργή τους με κατάλληλους τρόπους. 
Όπως και με την αντιμετώπιση της απογοήτευσης, χρησιμοποιώντας ιστορίες και εικονογραφημένα βιβλία μπορούμε να διδάξουμε στα παιδιά τρόπους να αντιμετωπίζουν τα έντονα συναισθήματα. Ή μπορούμε να κάνουμε το ίδιο με παιχνίδια ρόλων, ή παίζοντας με μικρές φιγούρες ή κούκλες, για να δείξουμε στα παιδιά πώς μπορούν να αντιδράσουν όταν κάτι τους ενοχλεί στην πραγματική ζωή. 
Τέλος, παρεμβαίνουμε όταν ο θυμός τους βγαίνει εκτός ελέγχου και με τις ενέργειες τους βλάπτουν τον εαυτό τους ή τους άλλους. Μπορεί να είναι μια πραγματική πρόκληση, αλλά θα πρέπει να παραμείνετε ήρεμοι. Αν θυμώσετε κι εσείς, τα πράγματα θα γίνουν μόνο χειρότερα. Κρατήστε τον τόνο της φωνής σας χαμηλό και ήρεμο, λυγίστε τα γόνατα σας ώστε να βρεθείτε στο ίδιο επίπεδο με το παιδί και κοιτάξτε το κατευθείαν στα μάτια. Υπενθυμίστε του τα όρια που έχει υπερβεί και παραμείνετε κοντά για να βεβαιωθείτε ότι η συμπεριφορά αυτή θα σταματήσει. Καταστήστε σαφές ότι το πρόβλημα είναι η συμπεριφορά του – μην απορρίπτετε το παιδί προσωπικά και μην καταδικάζετε τα συναισθήματα του. 
Μπορεί να χρειαστεί να απομακρύνετε το παιδί από τα άλλα παιδιά με μια εξήγηση, όπως «Ο Κώστας χρειάζεται λίγο χρόνο για να σκεφτεί». Πείτε στο παιδί «Θα σε ακούσω, αν θέλεις να μου πεις τι σε ενοχλεί». Όταν το παιδί αρχίσει να ανακτά τον έλεγχο, μπορείτε να προτείνετε μια εναλλακτική δραστηριότητα παιχνιδιού, με βάση όσα ξέρετε για τις προτιμήσεις και τις δεξιότητες του παιδιού. Προτιμήστε κάτι που ξέρετε ότι το απολαμβάνει, ή το κάνει καλά, για να ανακατευθύνετε την δραστηριότητα του και να αλλάξετε την εστίαση του σε κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις. Αποφύγετε να βάλετε άμεσα το παιδί πίσω στην κατάσταση στην οποία παρουσιάστηκε το πρόβλημα. 
Να θυμάστε ότι τα παιδιά χρειάζονται χρόνο για να αναπτύξουν τις δεξιότητες που προσπαθείτε να τους διδάξετε και μάλλον θα πρέπει να επαναλάβετε τα παραπάνω πολλές φορές. Θα πρέπει να βλέπετε κάποια πρόοδο, όμως. Ένα παιδί που εμφανίζεται διαρκώς θυμωμένο ή που δεν κάνει καμία πρόοδο ως προς τον αυτοέλεγχο, θα πρέπει να σας κινήσει την περιέργεια για να αναζητήσετε τους λόγους. Μήπως οι αντιδράσεις σας στα ξεσπάσματα του, λειτουργούν, κατά κάποιο τρόπο, σαν επιβράβευση για το παιδί; Είναι κάποια πτυχή του προγράμματος ή του περιβάλλοντος σας που του δημιουργεί ένταση; Είναι κάτι άλλο που συμβαίνει στη ζωή του παιδιού που του δημιουργεί αναταραχή; 

Πηγή: www.education.com

6 Οκτ 2013

Η σημασία των ορίων στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών

Από την Ελπίδα Μαρκοπούλου, Κλινικό Ψυχολόγο, D.E.A.
Τα όρια και οι κανόνες βοηθούν το παιδί να νιώθει ασφάλεια.

Πολλοί γονείς κατά τη διάρκεια της συμβουλευτικής διαδικασίας εκφράζουν τη δυσκολία τους να πουν «όχι», να θέσουν κανόνες, να επιβάλλουν απαγορεύσεις. Άλλοι εξομολογούνται ότι θέτουν κανόνες που ποτέ δεν τηρούνται.
Γιατί είναι τόσο επώδυνο για πολλούς να πουν «όχι» στα παιδιά τους και να τα οριοθετήσουν;
Κάποιοι πιθανοί λόγοι μπορεί να είναι:
- Ο ίδιος ο γονιός έχει βιώσει σαν παιδί την επιβολή κανόνων ως κάτι «κακό», ως έλλειψη αγάπης. Έτσι, είναι πιθανό να νιώθει ενοχές και να σκέφτεται ότι αν πει «όχι» το παιδί θα νιώθει ότι δεν το αγαπά.
- Ο γονιός θεωρεί ότι η επιβολή κανόνων είναι ταυτόσημη με την καταπιεστική, αυταρχική διαπαιδαγώγηση.
- Συχνά λόγω της έλλειψης χρόνου που βιώνουν στην καθημερινότητά τους, οι γονείς θεωρούν ότι κάνοντας όλα τα χατίρια στα παιδιά τους αναπληρώνουν τις ώρες που δεν είναι κοντά τους.
- Οι γονείς νιώθουν ανεπαρκείς, πιστεύουν ότι δεν θα τα καταφέρουν, επομένως, δεν προσπαθούν να οριοθετήσουν τα παιδιά τους.
Γιατί είναι σημαντικό να θέτουμε όρια;
Τα όρια και οι κανόνες βοηθούν το παιδί να νιώθει ασφάλεια. Όταν δεν υπάρχουν όρια η πραγματικότητα μπορεί να είναι χαοτική για το παιδί γιατί από μόνο του όσο είναι μικρό δεν μπορεί να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του. Η αυτορύθμιση κατακτάται καθώς το παιδί μεγαλώνει και εσωτερικεύει τους γονεϊκούς και κοινωνικούς κανόνες. Επομένως, η ύπαρξη ορίων και κανόνων βοηθά το παιδί να δομήσει την προσωπικότητα του και να γίνει μεγαλώνοντας ένα υπεύθυνο και αυτόνομο άτομο.
Οι γονείς είναι λογικό να μην μπορούν να πραγματοποιούν κάθε επιθυμία των παιδιών τους. Όταν το παιδί ακούει το «όχι», μαθαίνει να παραιτείται από την άμεση ικανοποίηση κάθε επιθυμίας του, χωρίς αυτό να είναι τραυματικό για το ίδιο.
Επίσης, το να θέτουν και να τηρούν κανόνες οι γονείς βοηθά τα παιδιά να κατανοούν τη συμπεριφορά τους και τις προσδοκίες τους. Ξέρουν τι να περιμένουν χωρίς να μπερδεύονται και μπορούν να γνωρίσουν τι επιτρέπεται και τι όχι. Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά έχουν σταθερότητα στη ζωή τους ενώ μαθαίνουν ταυτόχρονα να αντέχουν στις δυσκολίες.
Με ποιον τρόπο θέτουμε τα όρια; Πώς λέμε «όχι»;
Λαμβάνουμε υπόψη την ηλικία του παιδιού. Ό, τι ισχύει για ένα πολύ μικρό παιδί δεν είναι δυνατόν να επιβάλλεται σ’ έναν έφηβο.
Εξηγούμε πάντοτε το «γιατί». Δεν έχει νόημα να λέμε σ” ένα παιδί τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει αν δεν του εξηγούμε πρώτα τους λόγους. Έτσι, μπορούμε να λέμε ότι «είναι καλό να κάνεις ή δεν πρέπει…. γιατί…» και όχι «μην κάνεις αυτό ή εκείνο γιατί το λέω εγώ ή γιατί δεν μου αρέσει».
Είμαστε συνεπείς στην τήρηση των κανόνων που υιοθετούμε (δεν λέμε ναι τη μια φορά και όχι την άλλη). Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε άκαμπτοι. Έτσι, αφήνουμε χώρο στο παιδί να εκφραστεί, να αμφισβητήσει.
Δεν είμαστε υπερβολικά αυστηροί. Δεν λέμε όχι στα πάντα, έτσι ώστε το παιδί να έχει τη δυνατότητα να εκφράζεται, να διαπραγματεύεται με τους γονείς του και να μην φοβάται.
Δίνουμε ξεκάθαρα μηνύματα – έχουμε κοινούς κανόνες ως ζευγάρι γονέων. Δεν πρέπει να λέει άλλα η μαμά και άλλα ο μπαμπάς.
Επικρίνουμε τη συμπεριφορά που δε μας αρέσει και όχι γενικά το παιδί. π.χ λέμε δε μου άρεσε που έκανες αυτό… ή αυτή σου η συμπεριφορά είναι λανθασμένη γιατί… και όχι δεν είσαι καλό παιδί ή δε σε αγαπάω…
Σεβόμαστε από τη μεριά μας τα όρια που βάζουν τα ίδια τα παιδιά όταν βέβαια αυτά είναι λογικά.
Χρησιμοποιούμε έναν ήρεμο, ψύχραιμο τόνο φωνής που δείχνει ότι είμαστε σίγουροι για αυτό που λέμε στο παιδί μας. Δεν φωνάζουμε, δεν απειλούμε και δεν χρησιμοποιούμε σωματική ή ψυχική βία.
Tο άρθρο αυτό έχει ως στόχο να δώσει κάποιες κατευθύνσεις και αρχές που πηγάζουν από μελέτες της επιστήμης της ψυχολογίας. Ό,τι προτείνεται δεν είναι απόλυτος κανόνας αλλά κάποιες παιδαγωγικές προτάσεις που μπορεί να βοηθήσουν τους γονείς. Γενικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κανένας γονιός δεν είναι τέλειος και όλοι κάνουν λάθη. Εκείνο τέλος, που είναι σημαντικό είναι να σκεφτόμαστε ότι είμαστε οι ίδιοι πρότυπο συμπεριφοράς. Δε μπορούμε να απαιτούμε από τα παιδιά μας εκείνα που δεν τηρούμε οι ίδιοι.
 

Free Visitor Counters
Vitamin Shoppe Coupon Codes